locataire - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

locataire - translation to Αγγλικά


locataire         
n. tenant, lodger; occupant, roomer; leaseholder
sous-locataire      
n. subtenant, one who rents a house or land from a tenant
habiter comme locataire      
tenant

Βικιπαίδεια

Locataire
Un locataire est la personne qui loue un bien, généralement un appartement, à son propriétaire. Pour cet aspect, voir l’article location.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για locataire
1. L‘Etat doit aussi mieux exercer ses droits de locataire.
2. A Bienne, oů elle est locataire, elle libérera 3'00 m2.
3. Mais pour l‘instant, elle n‘a pas trouvé de locataire.
4. &#'632; Fenętre sur cour: le locataire qui en savait trop Le lendemain, c‘est au tour d‘un ancien locataire du 40, Ybbsstrasse, parmi la centaine qui y a séjourné, de faire de surprenantes confidences.
5. Et surtout, la distance qu‘il entend mettre entre lui et l‘actuel locataire de la Maison–Blanche.